Ευκαιρία να διαφημίσει τα προσόντα της και κυρίως την… πίσω όψη της βρήκε η Τραϊάνα Ανανία.
Αφορμή για τις δηλώσεις της που προκάλεσαν αίσθηση ήταν ερώτηση που δέχτηκε με αφορμή το περιβόητο τσιφτετέλι της στην εκπομπή “Στην Υγειά Μας”.
Κοίτα, εγώ σκέφτομαι συνέχεια ποια ερεθίσματα δίνω εγώ στον κόσμο. Όλο αυτό που περιέγραψες, μου θυμίζει το ντοκιμαντέρ της Πάμελα Άντερσον. Ταυτίστηκα με αυτό. Κανείς δε θα μπει στον εσωτερικό σου κόσμο, αν δεν ανοίξεις εσύ την πόρτα. Θεωρώ ότι αυτή η συνέντευξη σε αυτή τη γυναίκα, μετά από τόσα χρόνια, από τη δική της οπτική, είναι επειδή το επέτρεψε να ανοίξει αυτή η πόρτα. Γενικότερα, εμείς κατευθύνουμε το μάτι του κοινού.
Δηλαδή, μπορεί εκείνη την περίοδο να έβλεπα κι εγώ η ίδια τον εαυτό μου έτσι, μπορεί να κοίταζα την εμφάνιση μου και τον κ…λο μου σε σχέση με το μήνυμα που θέλω να μεταδώσω για το τι θα αφήσω πίσω μου. Όλα είναι δικά μου στοιχεία, απλώς το κάθε ένα βρίσκεται σε διαφορετικό κεφάλαιο της ζωής μου, αναλόγως με το μομέντουμ. Είναι σαν αυτοτελή επεισόδια της ζωής μου, θα έλεγα.
Κάποιες μάχες όμως, όπως το βλέπω εγώ, δεν είναι εύκολο να κερδηθούν. Δηλαδή δεν κατάλαβα γιατί έγινε όλο αυτό με το τσιφτετέλι, τι το κακό συνέβη;
Το κακό στην Ελλάδα πάντοτε είναι όταν κάνεις κάτι τέλεια. Επειδή εγώ έκανα τέλεια αυτό το πράγμα, χωρίς να το έχω σκηνοθετήσει, χωρίς να το έχω επεξεργαστεί πριν στο κεφάλι μου, η στιγμή είχε από μόνη της την τελειότητα, η οποία, πέραν του ότι τρομάζει, αποτελεί και κορύφωση, φέρνει το τέλος.
Είναι μια στιγμή που δεν τη διαχειρίζεται εύκολα το πουριτανικό κοινό της τότε περιόδου. Αλλά ναι, κι αυτή τη στιγμή, εδώ που είμαστε, στα Πετράλωνα, δεν είμαστε σε μια συντηρητική γειτονιά, το να κάνεις κάτι απελευθερωτικό στο εδώ και τώρα, να βγάλεις το σουτιέν σου και να το πετάξεις, θεωρείται απρεπές ή ερωτικό κάλεσμα. Δεν είναι. Είναι μια έκφραση ελευθερίας.
Πάντως, πάνω σε αυτό που είπες πριν ότι εμείς ανοίγουμε τις πόρτες, δεν κατανοώ πως ένα τσιφτετέλι αποτελεί κάποια πρόσκληση, ότι ανοίγεις πόρτες. Οκ, με το Nomads ήταν έτσι, ήξερες πού πήγαινες, είχες γνώση. Αλλά στο τσιφτετέλι δεν είδα κάποια δήλωση με τον χορό σου.
Θα σου πω. Νομίζω ότι το elegance ήταν αυτό που ενόχλησε. Αν χόρευα ένα τσιφτετέλι και ήμουν δευτεροτέταρτη, δεν θα τους ενοχλούσε τόσο. Είχε μια ποιότητα και ενδυματολογικά και στο τραγούδι που χορεύτηκε, που αυτό είναι ένα statement κομμάτι. Νομίζω ότι προκάλεσε τις γυναίκες με την έννοια «γιατί δεν το έχω κάνει εγώ αυτό» ή «γιατί όταν το κάνω δε γίνεται αυτός ο χαμός».
Επίσης, οι άντρες έλεγαν «πω πω τι μου…ί είναι αυτό», με την έννοια του άπιαστου, σαν να έβγαλαν κι αυτοί δόντια, σκέφτηκαν «δε μπορώ να την πω πουτά…α, άρα πώς να την πω;». Δε μπορούσαν να με χωρέσουν σε κάποια λέξη. Κάποιοι καλαίσθητοι και άνθρωποι της τέχνης, το παραλλήλισαν με το ζεϊμπέκικο της Μερκούρη αυτό το τσιφτετέλι. Αλλά είναι άνθρωποι με βάθος και ευαισθησία.
Άλλοι είδαν το βάθος της έκφρασης κι άλλοι έβλεπαν έναν κ…λο να κουνιέται. Που εντάξει, έχω έναν πολύ ωραίο κ…λο κι είναι κι αυτό μια οπτική της τελειότητας. Κι η τελειότητα πονάει. Ακόμα και μένα την ίδια πόνεσε, γιατί δεν ήξερα πώς το έκανα, το έκανα μέσα από την καρδιά μου και απλά πέτυχε.