Σε θετικό κλίμα και με αισιοδοξία για τις ελληνικές τράπεζες ολοκληρώνεται το 29ο Ετήσιο Χρηματοοικονομικό Συνέδριο της Bank of America (BofA) στο Λονδίνο, στο οποίο συμμετείχαν κορυφαία στελέχη του ελληνικού τραπεζικού τομέα και μεγάλοι διαχειριστές επενδυτικών κεφαλαίων από όλο τον κόσμο. Οι παρουσιάσεις και οι συναντήσεις έδειξαν ότι η διεθνής επενδυτική κοινότητα αντιμετωπίζει με ενδιαφέρον και εμπιστοσύνη τις προοπτικές του ελληνικού τραπεζικού συστήματος, επισημαίνοντας την ανθεκτικότητα και τη δυναμική του.
Πιστωτική επέκταση και μερισματική πολιτική στο επίκεντρο
Στις συναντήσεις που πραγματοποιήθηκαν, η πιστωτική επέκταση και η μερισματική πολιτική των ελληνικών τραπεζών ήταν δύο από τα βασικά θέματα που συγκέντρωσαν το ενδιαφέρον των επενδυτών. Το 2023 ήταν η χρονιά που επανήλθαν οι διανομές μερισμάτων, με τις τράπεζες να αποδίδουν αξία στους μετόχους τους για πρώτη φορά μετά την οικονομική κρίση του 2008. Η τάση αυτή αναμένεται να συνεχιστεί, με στόχο τη μεσοπρόθεσμη απόδοση έως και 50% της κερδοφορίας μέσω μερισμάτων.
Παράλληλα, οι τράπεζες έδωσαν έμφαση στην πιστωτική τους επέκταση, η οποία αποτελεί βασικό μοχλό ανάπτυξης και αντιστάθμισης της μείωσης των έντοκων εσόδων, λόγω της αναμενόμενης αποκλιμάκωσης των επιτοκίων από την ΕΚΤ. Στο α’ εξάμηνο του 2024, η καθαρή πιστωτική επέκταση έφτασε τα 3,3 δισ. ευρώ, ενώ οι στόχοι για το 2024 θέτουν τον πήχη ακόμα υψηλότερα.
Προσαρμογή στα νέα δεδομένα των επιτοκίων
Οι ελληνικές τράπεζες, όπως και οι υπόλοιπες ευρωπαϊκές, αντιμετωπίζουν μια νέα πρόκληση, καθώς οι ρυθμοί αύξησης των επιτοκίων που συνέβαλαν στην ενίσχυση των κερδών τους την τελευταία διετία, αναμένεται να επιβραδυνθούν. Οι προβλέψεις αναλυτών δείχνουν πως το 2025 θα φέρει επιταχυνόμενη διαδικασία μείωσης επιτοκίων, με σημαντική επίπτωση στα έσοδα από τόκους. Για κάθε μείωση 0,25 μονάδων βάσης, οι ελληνικές τράπεζες εκτιμάται ότι θα χάσουν 18-30 εκατ. ευρώ η καθεμία σε ετήσια βάση.
Ωστόσο, οι τραπεζικές διοικήσεις διαβεβαιώνουν ότι είναι έτοιμες να αντισταθμίσουν τις απώλειες αυτές με αυξημένη πιστωτική δραστηριότητα και έσοδα από μη τοκοφόρες εργασίες. Οι προμήθειες και οι μειωμένες προβλέψεις για επισφαλείς απαιτήσεις αναμένεται επίσης να συμβάλουν στην κάλυψη των ελλείψεων.
Ο ρόλος του αναβαλλόμενου φόρου και οι στρατηγικές κινήσεις
Ένα από τα ζητήματα που συζητήθηκαν εκτενώς στο συνέδριο είναι η σταδιακή απομείωση του αναβαλλόμενου φόρου (DTC), που ανέρχεται συνολικά σε 12,5 δισ. ευρώ για τις τέσσερις μεγάλες συστημικές τράπεζες. Η ΕΚΤ και ο SSM ασκούν πιέσεις για την ταχύτερη απόσβεσή του, με τις τράπεζες να σχεδιάζουν την επιτάχυνση της μείωσής του μέσα στην επόμενη δεκαετία, προκειμένου να ενισχύσουν τα κεφάλαιά τους.
Οι τραπεζικές διοικήσεις αναμένεται να δεσμεύσουν επιπλέον κεφάλαια, ύψους 500 εκατ. ευρώ, με στόχο η πλήρης απομείωση του DTC να ολοκληρωθεί μέχρι τις αρχές της δεκαετίας του 2030. Με αυτόν τον τρόπο, θα μπορέσουν να αντικαταστήσουν τα κεφάλαια αυτά με πιο ποιοτικά στοιχεία, ενισχύοντας περαιτέρω την κεφαλαιακή τους βάση.
Ισχυρό διεθνές επενδυτικό ενδιαφέρον
Στο συνέδριο συμμετείχαν μεγάλοι διαχειριστές κεφαλαίων, όπως η Fidelity, η Goldman Sachs, η HSBC και η JP Morgan, οι οποίοι εξέφρασαν την εμπιστοσύνη τους στις προοπτικές των ελληνικών τραπεζών. Το ενδιαφέρον αυτό υπογραμμίζεται και από τις αναβαθμίσεις των ελληνικών τραπεζών από μεγάλους οίκους αξιολόγησης και αναλύσεων, όπως η UBS, που εκτίμησε ότι τα περιθώρια ανόδου των μετοχών τους φτάνουν έως και το 56%.
Παράλληλα, οι ελληνικές τράπεζες προετοιμάζονται για νέες εκδόσεις ομολόγων, οι οποίες θα τους επιτρέψουν να αναχρηματοδοτήσουν παλαιά χρέη με χαμηλότερο κόστος, ενώ θα ενισχύσουν περαιτέρω τα κεφάλαιά τους. Η μείωση του λειτουργικού κόστους παραμένει βασική στρατηγική, με τον δείκτη κόστους προς έσοδα να είναι κάτω του 33%, σημαντικά χαμηλότερος από τον ευρωπαϊκό μέσο όρο, που ξεπερνά το 54%.
Αντίκτυπος στην ευρωπαϊκή τραπεζική αγορά και οι γεωπολιτικές προκλήσεις
Το συνέδριο της BofA δεν περιορίστηκε μόνο στις ελληνικές τράπεζες, καθώς μεγάλες ευρωπαϊκές τράπεζες και ασφαλιστικές εταιρείες, όπως η UBS, η Barclays, η Deutsche Bank και η UniCredit, συμμετείχαν με παρουσιάσεις και συναντήσεις. Η αναμενόμενη αναδιάρθρωση της ευρωπαϊκής τραπεζικής αγοράς αποτέλεσε επίσης κεντρικό θέμα των συζητήσεων, ιδιαίτερα μετά την αύξηση του μεριδίου της UniCredit στην Commerzbank, κάτι που έχει πυροδοτήσει εντάσεις μεταξύ Ιταλίας και Γερμανίας.
Ο Γερμανός καγκελάριος, Όλαφ Σολτς, τάχθηκε κατά της απόκτησης πλειοψηφικού πακέτου από την UniCredit, κάτι που υπογραμμίζει τις πολιτικές και γεωπολιτικές προκλήσεις που εξακολουθούν να επηρεάζουν τον ευρωπαϊκό τραπεζικό τομέα.
Προσδοκίες για το μέλλον
Με το συνέδριο να ολοκληρώνεται, οι ελληνικές τράπεζες έχουν την ευκαιρία να κεφαλαιοποιήσουν το ενδιαφέρον που εκδηλώθηκε από τη διεθνή επενδυτική κοινότητα. Οι αυξανόμενοι ρυθμοί πιστωτικής επέκτασης και η γενναιόδωρη μερισματική πολιτική δημιουργούν ευνοϊκές προοπτικές για τη μελλοντική τους πορεία, σε μια περίοδο όπου η νομισματική πολιτική της ΕΚΤ χαλαρώνει και η γεωπολιτική αβεβαιότητα διατηρεί τις αγορές σε εγρήγορση.
Το ερώτημα που παραμένει ανοιχτό είναι εάν οι ελληνικές τράπεζες θα καταφέρουν να συνεχίσουν τις υψηλές τους επιδόσεις και να προσαρμοστούν στα νέα δεδομένα της αγοράς, εξασφαλίζοντας σταθερά κέρδη και αποδόσεις στους μετόχους τους, ενόψει των επικείμενων προκλήσεων.