Στο προσκήνιο της πολιτικής επικαιρότητας επανέρχεται το ζήτημα της αλλαγής του εκλογικού νόμου. Τα δημοσκοπικά δεδομένα που εμφανίζουν τη Νέα Δημοκρατία να απέχει σημαντικά από την προοπτική αυτοδυναμίας, σε συνδυασμό με τον έντονο κατακερματισμό στο χώρο της αντιπολίτευσης, δημιουργούν νέες συνθήκες για τη συζήτηση.
Ιδιαίτερη βαρύτητα αποκτά το ζήτημα του εκλογικού μπόνους για το ΠΑΣΟΚ-ΚΙΝΑΛ, καθώς η συνασπισμική του δομή το εμποδίζει από τη διεκδίκησή του σε περίπτωση που αναδειχθεί πρώτη δύναμη.
Διαφορετικές προσεγγίσεις στην αλλαγή του εκλογικού νόμου
Η στάση της κυβέρνησης εμφανίζεται διττή στο ζήτημα των αλλαγών. Ο Πρωθυπουργός Κυριάκος Μητσοτάκης έχει ξεκαθαρίσει πως δεν προτίθεται να αναλάβει ο ίδιος σχετική πρωτοβουλία, αφήνοντας ωστόσο ανοιχτό το ενδεχόμενο για προτάσεις από άλλες πολιτικές δυνάμεις.
Χαρακτηριστική είναι η τοποθέτηση του υπουργού Ανάπτυξης Άδωνι Γεωργιάδη, ο οποίος έχει εκφράσει δημόσια την ανησυχία του για το ενδεχόμενο σχηματισμού “ερμαφρόδιτων” κυβερνήσεων συνεργασίας, τασσόμενος υπέρ των αλλαγών στον εκλογικό νόμο.
Η πολιτική αντιπαράθεση οξύνθηκε μετά από δημοσίευμα που ανέφερε συζήτηση μεταξύ του πρωθυπουργού και του προέδρου του ΠΑΣΟΚ για πιθανή αύξηση του ορίου εισόδου στη Βουλή. Η άμεση και κατηγορηματική διάψευση από τη Χαριλάου Τρικούπη κατέδειξε τα λεπτά όρια της συζήτησης για τις εκλογικές μεταρρυθμίσεις.
Το ζήτημα του εκλογικού μπόνους και οι θέσεις του ΠΑΣΟΚ
Η ηγεσία του ΠΑΣΟΚ-ΚΙΝΑΛ διατηρεί μια διαφοροποιημένη στάση στο ζήτημα των εκλογικών αλλαγών. Ενώ απορρίπτει κατηγορηματικά την αύξηση του ορίου εισόδου από το 3%, εμφανίζεται θετική σε παραμετρικές τροποποιήσεις, ιδιαίτερα όσον αφορά τη δυνατότητα διεκδίκησης του εκλογικού μπόνους από εκλογικούς συνασπισμούς.
Η θέση αυτή συνδέεται άμεσα με την ιδιαίτερη δομή του κόμματος, όπως αυτή αποτυπώνεται στο καταστατικό του.
Η πολυπλοκότητα του ζητήματος αυξάνεται από την συνταγματική πρόβλεψη που απαιτεί αυξημένη πλειοψηφία 200 βουλευτών για την άμεση εφαρμογή οποιασδήποτε εκλογικής αλλαγής. Το γεγονός αυτό καθιστά απαραίτητη την ευρεία συναίνεση μεταξύ των πολιτικών δυνάμεων, κάτι που στην παρούσα συγκυρία φαντάζει ιδιαίτερα απαιτητικό.
Η συζήτηση για τις εκλογικές μεταρρυθμίσεις αναμένεται να συνεχιστεί, καθώς οι πολιτικές εξελίξεις και οι μεταβαλλόμενοι συσχετισμοί δυνάμεων ενδέχεται να δημιουργήσουν νέα δεδομένα στο πολιτικό σκηνικό. Η επίτευξη συναίνεσης για συγκεκριμένες παραμετρικές αλλαγές παραμένει ανοιχτό ενδεχόμενο, παρά τις διαφορετικές προσεγγίσεις των πολιτικών κομμάτων.