Τον κώδωνα του κινδύνου κρούει η JP Morgan η οποία καλεί τους επενδυτές να μείνουν μακριά από τις μετοχές της Ευρωζώνης.
Οι αναλυτές της Τράπεζας επισημαίνουν ότι μετά το ισχυρό ράλι 30%+ έναντι των ΗΠΑ που ξεκίνησε τον περασμένο Σεπτέμβριο, οι μετοχές της Ευρωζώνης έχουν μείνει αρκετά πίσω από τον Μάιο, έχοντας υποαποδώσει κατά 14%.
Τονίζουν επίσης ότι ο πανευρωπαϊκός δείκτης Euro Stoxx δεν έχει καταφέρει να σημειώσει κέρδη σε απόλυτες τιμές από τον Φεβρουάριο.
Στα θετικά, δεδομένης της κακής σχετικής πορείας, οι μετοχές της Ευρωζώνης φαίνονται αρκετά φθηνές επί του παρόντος, διαπραγματεύονται με discount σε όρους P/E, έναντι των ΗΠΑ, της τάξης του 28%.
Η ανανεωμένη αδυναμία συναλλαγματικών ισοτιμιών υποστηρίζει τα έσοδα των ευρωπαϊκών εταιρειών, τουλάχιστον σε σχετικούς όρους, και θα μπορούσε κανείς να υποστηρίξει ότι οι σχετικές απογοητεύσεις για την ανάπτυξη είναι πιθανό να πλησιάζουν στο χειρότερο σημείο τους, έναντι των ΗΠΑ, τονίζει η αμερικάνικη τράπεζα.
Η ανάπτυξη και η νομισματική πολιτική
Κατά την άποψή της, JP Morgan, το μέτωπο της ανάπτυξης και της νομισματικής πολιτικής εξακολουθεί να αποτελεί πρόκληση για την Ευρωζώνη.
Η δραστηριότητα έχει σταματήσει, κάτι που ανέμενε να συμβεί η JPM, και ο δείκτης M1 δείχνει προς συνεχιζόμενη επιβράδυνση.
Από την άλλη πλευρά, ενώ η ΕΚΤ έχει υποδείξει μια “παύση” στις αυξήσεις των επιτοκίων πιθανώς από τον Οκτώβριο, μπορεί να μην πραγματοποιηθεί τελικά, καθώς ο πληθωρισμός θα μπορούσε να παραμείνει επίμονος: ο ονομαστικός πληθωρισμός εξακολουθεί να κινείται στο έδαφος του 5% και πίεση από τις αυξήσεις των μισθών έχει ενισχυθεί.
Aναθεωρήσεις των κερδών ανά μετοχή
Όπως σημειώνει η JP Morgan, οι αναθεωρήσεις των κερδών ανά μετοχή (EP)S της Ευρωζώνης κράτησαν καλά μέχρι στιγμής φέτος, αλλά πρόκειται να γίνουν έντονα αρνητικές.
Αυτό θα αφαιρέσει μέρος της αντιληπτής υποστήριξης των αποτιμήσεων των μετοχών. Ιστορικά, οι κλάδοι των αυτοκινήτων και των τραπεζών είχαν την υψηλότερη συσχέτιση με την πορεία των δεικτών PMI, όπως επισημαίνει. Ταυτόχρονα, αρκετοί κυκλικοί κλάδοι προβλέπεται να παρουσιάσουν επιτάχυνση κερδών το επόμενο έτος.
Τέλος, οι μετοχές της Ευρωζώνης διαπραγματεύονται καλύτερα απ’ ό,τι υποδηλώνουν τα μακροοικονομικά αποτελέσματα. Δεν αναμένεται πάντως να υπεραποδώσουν έναντι των ομολόγων φέτος, εκτός εάν οι δείκτες δραστηριότητας όπως ο IFO ανακάμψουν γρήγορα.
Yποβάθμισή των μετοχών της Ευρωζώνης σε underweight
Η JPM επαναλαμβάνει την υποβάθμισή των μετοχών της Ευρωζώνης σε underweight στην οποία προχώρησε τον Μάιο, παραμένοντας προσεκτική στην περιοχή και αναμένοντας ότι θα έχει άλλο ένα σκέλος υποαπόδοσης στο παγκόσμιο πλαίσιο. Αυτό θα μπορούσε να συμβεί εάν η δυναμική του κλάδου των υπηρεσιών επιβραδυνθεί ευρύτερα και εάν οι αποδόσεις των ομολόγων μειωθούν.
Η Ευρωζώνη λειτούργησε ιστορικά ως υψηλό beta κατά την πτώση έναντι άλλων δεικτών μετοχών, ειδικά των ΗΠΑ. Στις προηγούμενες πέντε διορθώσεις, ειδικότερα,, η Ευρωζώνη έχασε κατά μέσο όρο 30% έναντι των ΗΠΑ, σε όρους δολαρίου, έχει κινηθεί 14% χαμηλότερα από τον Μάιο.
Ωστόσο, εντός της Ευρώπης, η JP Morgan δηλώνει πιο θετική και τηρεί στάση overweight στις μετοχές εμπορευμάτων και την ενέργεια, η οποία τα πήγε καλά στο περιβάλλον της πτώση των δεικτών PMI.
Πιο θετική είναι πλέον και στον κλάδο της εξόρυξης, στον οποίο τηρεί πλέον ουδέτερη σύσταση, ενώ το προηγούμενο διάστημα είχε αρνητική στάση και έτσι σταματά να είναι short στον κλάδο δεδομένης της μεγάλης υποαπόδοσης 30% από τον Ιανουάριο.
Παράλληλα, η JPM είναι σχετικά πιο επιφυλακτική με τους κλάδους που είχαν καλή πορεία στο α’ εξάμηνο, όπως η αυτοκινητοβιομηχανία, οι ημιαγωγοί, τα κεφαλαιουχικά αγαθά και τα αγαθά πολυτελείας, ενώ παραμένουμε επίσης προσεκτική στον κλάδο των χημικών. Πιστεύει ότι οι αμυντικοί κλάδοι θα διαπραγματεύονται σε καλύτερα επίπεδα στο τέλος του έτους, όπως οι τηλεπικοινωνίες, η υγειονομική περίθαλψη, οι υπηρεσίες κοινής ωφέλειας και τα βασικά καταναλωτικά αγαθά, ενώ είναι underweight στο real estate.
Τέλος, η αμερικάνικη τράπεζα τονίζει πως δεν είναι καθόλου “ενθουσιασμένη” σχετικά με τις προοπτικές των τραπεζών της Ευρωζώνης (ουδέτερη στάση) και προτιμά, σε διεθνές επίπεδο, τις ιαπωνικές τράπεζες λόγω και του ότι αναμένει περαιτέρω άνοδο στις αποδόσεις των ιαπωνικών ομολόγων έναντι των αποδόσεων των ομολόγων της Ευρωζώνης.