Αυξήσεις από 4% έως 6,5% προτείνουν για τον κατώτατο μισθό οι κοινωνικοί εταίροι και οι επιστημονικοί φορείς που εμπλέκονται στη διαβούλευση.
Οι εκθέσεις των φορέων και των εταίρων για το ύψος της νέας αύξησης ισορροπούν ανάμεσα την ανάγκη στήριξης των χαμηλόμισθων εργαζομένων που έχουν πληγεί από τον πληθωρισμό και την ακρίβεια και στις αντοχές των επιχειρήσεων, οι οποίες επίσης επηρεάζονται από τη διεθνή οικονομική κρίση και την αύξηση του κόστους παραγωγής.
Η πρόταση του ΣΕΒ για την αύξηση στον κατώτατο μισθό
Μάλιστα, οι εκπρόσωποι των μικρομεσαίων εστιάζουν την κριτική τους στο νέο καθεστώς φορολόγησης βάσει τεκμηρίων που πλήττει τις επιχειρήσεις, οι οποίες δεν μπορούν να αντέξουν υψηλότερη αύξηση των κατώτατου μισθού.
Υποστηρίζουν δε ότι οι χαμηλόμισθοι πρέπει να στηριχθούν από την κυβέρνηση με μέτρα κατά της ακρίβειας.
Μητσοτάκης: Το “8” μπροστά στον κατώτατο μισθό
Πάντως, ο πρωθυπουργός, Κυριάκος Μητσοτάκης, μιλώντας χθες στο κεντρικό δελτίο ειδήσεων του STAR, εκτίμησε ότι ο κατώτατος μισθός θα είναι σίγουρα πάνω από τα 800 ευρώ.
Tο επικρατέστερο σενάριο αυτή τη στιγμή για το τελικό ποσοστό της αύξησης του κατώτατου μισθού που θα ανακοινωθεί στις 22 Μαρτίου και θα ισχύσει από την 1η Απριλίου «κλειδώνει» μεταξύ 6% και 6,5%, ώστε το μεικτό ποσό να αυξηθεί στα 827 ευρώ με 830 ευρώ και το καθαρό ποσό να αγγίξει τα 707 ευρώ (από 667 ευρώ σήμερα).
Η πρόταση των ΓΣΕΒΕΕ και ΓΣΕΕ
Η αύξηση του κατώτατου μισθού δεν θα πρέπει να υπολείπεται του πληθωρισμού του 2023, σύμφωνα με όσα αναφέρει στο υπόμνημά της η ΓΣΕΒΕΕ. Οι εκπρόσωποι των επαγγελματιών και βιοτεχνών φοβούνται πως μια σημαντική -πέραν του ύψους του πληθωρισμού- αύξηση του κατώτατου μισθού θα πλήξει στις μικρές και μικρομεσαίες επιχειρήσεις που προσπαθούν να επιβιώσουν σε ένα περιβάλλον δύσκολο.
«Θεωρούμε ότι ο πληθωρισμός θα πρέπει να είναι και το 2024 ο προσδιοριστικός παράγοντας για την αύξηση του κατώτατου μισθού. Κυρίως ως μέτρο καταπολέμησης της φτώχειας των χαμηλόμισθων εργαζομένων των οποίων το εισόδημα αναλώνεται σε ομάδες αγαθών που παρουσιάζουν τις μεγαλύτερες αυξήσεις τιμών» υποστηρίζει η Συνομοσπονδία.
Άμεση αύξηση του κατώτατου μισθού στα 908 ευρώ μηνιαίως και επαναφορά του καθορισμού του στον θεσμό της Εθνικής Γενικής Συλλογικής Σύμβασης Εργασίας, είναι η πρόταση του ΙΝΕ ΓΣΕΕ στο πλαίσιο της διαβούλευσης για το ύψος της φετινής αύξησής του.
«Το 2023 ο μεικτός διάμεσος μισθός πλήρους απασχόλησης εκτιμάται στα 1.443 ευρώ μηνιαίως, με το 60% του διάμεσου μισθού, που είναι το κατώφλι της σχετικής φτώχειας, να ανέρχεται στα 866 ευρώ. Επιπλέον, λαμβάνοντας υπόψη την αύξηση της παραγωγικότητας της εργασίας το 2023 και τον εκτιμώμενο πληθωρισμό για το 2024, ο κατώτατος μισθός θα πρέπει να ανέλθει στα 908 ευρώ, ώστε να υπάρξει ουσιαστική προστασία των μισθωτών που αμείβονται με τον κατώτατο μισθό από την ακρίβεια, να απεγκλωβιστούν από την παγίδα της σχετικής φτώχειας και να μη μεταβληθεί η θέση τους στη διανομή του εισοδήματος» επισημαίνει το ΙΝΕ της ΓΣΕΕ.
Όπως αναφέρει το Ινστιτούτο, η πρόταση για αύξηση της τάξης των 128 ευρώ το μήνα στις βασικές αποδοχές, δικαιολογείται από τον υψηλό πληθωρισμό και τη μακροχρόνια και σωρευτική απώλεια αγοραστικής δύναμης «βάσει του μείζονος στόχου των συνδικάτων, που είναι η διασφάλιση συνθηκών στις οποίες κανένας εργαζόμενος που αμείβεται με τον κατώτατο μισθό να μη βρίσκεται κάτω από το κατώφλι της φτώχειας και να έχει ένα αξιοπρεπές βιοτικό επίπεδο ο ίδιος και η οικογένειά του».
«Η αναγκαιότητα για σημαντική αύξηση του κατώτατου μισθού αιτιολογείται και από τις ιδιαίτερα χαμηλές επιδόσεις που καταγράφει η Ελλάδα σε μια σειρά δείκτες οι οποίοι αποτυπώνουν το βιοτικό επίπεδο των εργαζομένων και των φτωχότερων εισοδηματικά νοικοκυριών. Είναι χαρακτηριστικό ότι το 2022 η χώρα εμφάνιζε το πέμπτο υψηλότερο ποσοστό εργαζομένων σε κίνδυνο φτώχειας μεταξύ των κρατών-μελών της ΕΕ, με την κατάταξή της μάλιστα να επιδεινώνεται συγκριτικά με το 2019». Παράλληλα η ΓΣΕΕ ζητά από την κυβέρνηση: