Προβληματισμός επικρατεί μεταξύ των ξενοδόχων της Αθήνας καθώς τον Ιούλιο υπήρξε καθίζηση στη μέση πληρότητα και την τιμή δωματίου.
Τα αποτελέσματα αυτά προκύπτουν από τα στοιχεία κίνησης και απόδοσης ξενοδοχείων Αθήνας – Αττικής που δημοσιοποίησε η GBR Consulting για λογαριασμό της Ένωσης Ξενοδόχων Αττικής, Αθηνών και Αργοσαρωνικού (ΕΞΑΑΑ)
Το αποτέλεσμα ήταν – παρότι οι δύο προηγούμενοι μήνες κατάφεραν να προσεγγίσουν τα μεγέθη του 2019-, να ανοίξει εκ νέου η ψαλίδα άνοιξε με τους ανταγωνιστές, με την Ένωση να επισημαίνει ότι και οι επόμενοι μήνες είναι αβέβαιοι.
Ειδικότερα:
- Η μέση πληρότητα των Αθηναϊκών ξενοδοχείων τον δεύτερο μήνα του καλοκαιριού έπεσε στο 89,4% από 93,2% που ήταν τον Ιούνιο 2023, παρουσιάζοντας οριακή βελτίωση (0,2%) σε σχέση με τον αντίστοιχο μήνα της προηγούμενης χρονιάς.
- Σε σχέση με το προπανδημικό έτος σταθμό για τον ελληνικό τουρισμό (2019) παρέμεινε μειωμένη κατά -0,5%.
- Πτωτικά κινήθηκε και η μέση τιμή δωματίου αλλά και το έσοδο ανά διαθέσιμο δωμάτιο. Η μέση τιμή δωματίου/ADR, έπεσε στα 165,94 ευρώ τον Ιούλιο 2023 από 175,83 ευρώ τον Ιούνιο 2023.
- Αν και κινήθηκε σε υψηλότερα επίπεδα κατά 14,7% σε σχέση με τον Ιούλιο του 2022 συνέχισε να υστερεί κατά 37,1% έναντι του Ιουλίου του 2019.\
- Αντίστοιχη πορεία είχε και το έσοδο ανά διαθέσιμο δωμάτιο (RevPar) το οποίο έπεσε στα 148,30 ευρώ τον Ιούλιο από 163,79 ευρώ τον αμέσως προηγούμενο μήνα.
Θετικό το πρόσημο στο επτάμηνο
Η εικόνα πάντως διαφοροποιείται εν μέρει σε επίπεδο επταμήνου, κυρίως χάρη στην καλή πορεία του Μαΐου και του Ιουνίου.
Η μέση πληρότητα στο 7μηνο του τρέχοντος έτους έφτασε στο 75,4%, όντας αυξημένη κατά 19,2% σε σχέση με το αντίστοιχο διάστημα του 2022 αλλά παραμένοντας κατά 2,1% χαμηλότερη σε σχέση με την αντίστοιχη περίοδο του 2019.
Σε επίπεδο Μέσης Τιμής Δωματίου (ADR) στο 7μηνο δεν ξεπέρασε τα 136,01 ευρώ, τιμή κατά 15,4% υψηλότερη έναντι του 7μήνου του 2022 και 28,6% υψηλότερη έναντι της αντίστοιχης περιόδου του 2019.
Ως προς το έσοδο ανά διαθέσιμο δωμάτιο (Rev Par) έφτασε στο 7μηνο τα 102,49 ευρώ, σημειώνοντας αύξηση της τάξης του 37,6% έναντι της αντίστοιχης περιόδου του 2022 και αύξηση της τάξης του 25,9% έναντι της αντίστοιχης περιόδου του 2019. Καλύτερος όλων των μηνών αποδείχθηκε και στην περίπτωση του εσόδου ανά δωμάτιο ο Ιούνιος 2023 με το Rev Par να διαμορφώνεται στα 163,87 ευρώ.
Συνεχίζεται η υστέρηση έναντι των Ευρωπαίων ανταγωνιστών
Η πτωτική πορεία που ακολούθησαν οι τιμές συνετέλεσε στο να διατηρηθεί η υστέρηση έναντι των Ευρωπαίων ανταγωνιστών της Αθήνας. Βάσει των στοιχείων επταμήνου η Αθήνα παρέμεινε στην τριάδα των πόλεων – ανταγωνιστών με τις πιο χαμηλές (Αθήνα: 136,01 ευρώ, Βιέννη: 126,04 ευρώ, Βερολίνο: 118,60 ευρώ).
Η αντίστοιχη μέση τιμή δωματίου για παράδειγμα στην Κωνσταντινούπολη είναι 145,89 ευρώ (αύξηση έναντι του 2019 της τάξης του 69,3%), στην Βαρκελώνη φτάνει τα 174,73 ευρώ (αύξηση έναντι του 2019 της τάξης του 22,0%), στην Ρώμη τα 231,30 ευρώ (αύξηση έναντι του 2019 της τάξης του 54,1%), ενώ στο Παρίσι αγγίζει τα 336,82 ευρώ (αύξηση έναντι του 2019 της τάξης του 55,9%).
Ανάλογα είναι τα συμπεράσματα και για τον Ιούλιο του 2023, αφού το Παρίσι σημείωσε την μεγαλύτερη αύξηση όλων ως προς την μέση τιμή δωματίου έναντι του 2019, ήτοι 75,9% – φτάνοντας τα 388,39 ευρώ. Ακολουθούν το Λονδίνο με 268,43 ευρώ, η Ρώμη με 263,21 ευρώ και η Βαρκελώνη με 186,77 ευρώ.
Όπως σημειώνει μάλιστα η Ένωση Ξενοδόχων η πορεία αναμένεται να είναι αντίστοιχη και τον Αύγουστο, παρά την θετική πορεία των λοιπών δημοφιλών καλοκαιρινών προορισμών. Όσο για το Φθινόπωρο η ΕΞΑΑΑ επισημαίνει ότι παραμένει άγνωστο το αν θα εμφανιστεί οποιαδήποτε άνοδος, δεδομένων και των προκλήσεων – γεωπολιτικών, οικονομικών κ.ά. – που συνεχίζουν να υπάρχουν. Ειδικά μάλιστα στην περίπτωση των Αθηνών όπου η πλειονότητα των κρατήσεων γίνονται διαδικτυακά και λιγότερες με συμβόλαια με πρακτορεία ή ξένους Τour Operators. Για το λόγο αυτό άλλωστε η ΕΞΑΑΑ προτείνει οι εμπλεκόμενοι με τον Τουρισμό σε πολιτειακό και τοπικό επίπεδο σε συνεργασία με τους ανθρώπους του Τουρισμού να συμβάλλουμε σε δράσεις ενίσχυσης και αναβάθμισης του προορισμού που θα μας βοηθήσουν να μειώσουμε αισθητά την διαφορά τιμής που έχουμε με τις άλλες αγορές, όπως επίσης και να στραφούμε προς αγορές που θα μπορούσαν να υποστηρίξουν τον προορισμό καθ’ όλη τη διάρκεια του 2024.